Το
εκλογικό σύστημα είναι η σπονδυλική στήλη του πολιτικού συστήματος και,
όπως η σπονδυλική στήλη καθορίζει αν κάποιος είναι κοντός ή ψηλός,
ευρύστερνος ή λιγνός, με δυσανάλογα ή αρμονικά άκρα και άλλα πολλά,
καθορίζει δηλαδή τη σωματική εμφάνιση του ατόμου, έτσι και οι διατάξεις
του εκλογικού νόμου καθορίζουν όχι απλώς τη δύναμη των κομμάτων και την
απόχρωση της κυβερνητικής πλειοψηφίας αλλά και τη σύνθεση της Βουλής ως
και την τελευταία λεπτομέρεια.
Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, οπότε και διαμορφώνεται πληθυσμιακά,
πολιτικά και πολιτιστικά, σε δεδομένα πια σύνορα, η σύγχρονη Ελλάδα,
έχουν γίνει 29 βουλευτικές εκλογές. Το εκλογικό σύστημα έχει αλλάξει 19
φορές!
Δεν υπάρχει καμία χώρα της Ευρώπης με ανάλογο φαινόμενο θεσμικής
αστάθειας. Οχι μόνο στις μεγάλες χώρες – Βρετανία με πλειοψηφικό και
μονοεδρικές εκλογικές περιφέρειες, Γαλλία μονοεδρική με δύο γύρους και
Γερμανία με το γνωστό μεικτό σύστημα – αλλά και στις μικρότερες υπάρχουν
κατά το μάλλον ή ήττον πάγια εκλογικά συστήματα.
Από το 1922 ως το 1950 (με το διάλειμμα της δικτατορίας Μεταξά και της
γερμανικής κατοχής) το πλειοψηφικό (με ευρεία ή στενή περιφέρεια) και η
απλή αναλογική εναλλάσσονται σχεδόν σε κάθε αναμέτρηση.
Το 1950 το φιάσκο της «αγνής και άδολης» αναλογικής, με δεκάδες
κόμματα στις εκλογές καθώς και διάφορους γραφικούς υποψηφίους και με την
πλήρη αδυναμία συγκρότησης κυβερνητικής πλειοψηφίας, οδηγεί στην πρώτη
εμφάνιση έναν χρόνο αργότερα της ενισχυμένης αναλογικής – ενισχυμένης με
την έννοια ότι το πρώτο κόμμα αποκτά περισσότερες έδρες από αυτές που
πραγματικά του αναλογούν για να μπορέσει να σχηματίσει κυβέρνηση.
Επειδή όμως και αυτό δεν επαρκεί, τράπεζες, επιχειρηματικοί κύκλοι
και η αμερικανική αποστολή που ουσιαστικά κατεύθυνε την οικονομία
επιβάλλουν το πλειοψηφικό με στενή περιφέρεια πάλι έναν χρόνο αργότερα,
το 1952. Σε αυτό κατέρχεται και τα «παίρνει όλα» ο αναστηθείς εκ της
λήθης στρατάρχης Παπάγος.
Μετά τον θάνατό του, το 1956, η Δεξιά κατεβαίνει στις εκλογές με
επικεφαλής τον Κ. Καραμανλή. Αυτός παρουσιάζει την εξής ενδιαφέρουσα για
έναν «εθνάρχη» ιστορική ιδιομορφία: δεν μπόρεσε ποτέ να κερδίσει
εκλογές με την αξία του. Το 1956 λειτουργεί ένα τριφασικό σύστημα με
βάση το οποίο στις μικρές αγροτικές περιφέρειες, όπου είναι ισχυρή η
Δεξιά, ο πρώτος τα παίρνει όλα, στα μεγάλα αστικά κέντρα, όπου είναι
ισχυρή η Αριστερά, ισχύει η απόλυτα απλή αναλογική και ενδιάμεσα
συμπληρώνει τα τοπία κάποιου είδους ενισχυμένη. Το 1958 η ΕΡΕ του Κ.
Καραμανλή παίρνει λιγότερες ψήφους αλλά περισσότερες έδρες από την
ενιαία αντιπολίτευση, τη Δημοκρατική Ενωση. Το 1961 αλλάζει πάλι το
εκλογικό σύστημα και οι εκλογές γίνονται μέσα σε πρωτοφανείς συνθήκες
νοθείας και βίας με τη χρησιμοποίηση όλου του κρατικού μηχανισμού και
ιδιαίτερα του στρατού και των σωμάτων ασφαλείας.
Μετά τον ανένδοτο αγώνα του Γ. Παπανδρέου και την έντονη κριτική από
την ΕΔΑ είναι εξαιρετικά δύσκολο o Κ. Καραμανλής να αλλάξει πάλι το
εκλογικό σύστημα και έτσι οι εκλογές του 1963 και 1964 φέρνουν στην
εξουσία την Ενωση Κέντρου, η οποία επωφελείται ως πρώτο κόμμα από τις
καλπονοθευτικές διατάξεις που είχαν προβλέψει για τον εαυτό τους οι
αντίπαλοί της.
Μετά τη Μεταπολίτευση ισχύει το γνωστό μας δικομματικό σύστημα και
όλες οι βαριάντες ενισχυμένης αναλογικής που σκοπό είχαν πάντοτε να
εξασφαλίσουν την πλειοψηφία σε αυτόν που ήδη την κατείχε. Να αποφευχθεί,
δηλαδή, η εναλλαγή στην εξουσία, που υποτίθεται ότι είναι η πεμπτουσία
του δημοκρατικού χαρακτήρα του δικομματικού συστήματος.
Ετσι το εκλογικό σύστημα του 1974 αλλάζει το 1977, το 1981, το 1985,
το 1989, το 1993, το 2007 και το 2012, δηλαδή κάθε δύο περίπου εκλογικές
αναμετρήσεις.
Εχουμε την αίσθηση ότι πολλοί θα αντιδράσουν διαβάζοντας αυτό το άρθρο
γιατί θα το θεωρήσουν ανεπίκαιρο, το πρόβλημα όμως του εκλογικού
συστήματος δεν είναι ποτέ επίκαιρο για τις κομματικές ηγεσίες ακριβώς
επειδή είναι πάντα επίκαιρο και πρώτης προτεραιότητας.
Εμείς θα συνεχίσουμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.